Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

Καινά κενά.


Κατά γενική ομολογία (και από πηγές του υπουργείου μάλιστα) η χρονιά αυτή που ξεκινάει στα σχολεία θα είναι η «δυσκολότερη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Οι λόγοι είναι απλοί: ελέω μνημονίου – μεσοπρόθεσμου κλπ, οι διορισμοί των εκπαιδευτικών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα γίνουν με το σταγονόμετρο. Μόλις 600 μόνιμοι σε σχέση με τις αρκετές χιλιάδες των προηγούμενων ετών και  οι μισοί  αναπληρωτές. Σε συνδυασμό μάλιστα με το κύμα φυγής των παλιών (11.000 αιτήσεις) που τρέχουν να προλάβουν τη σύνταξη και το εφάπαξ, οι συνθήκες δυσκολεύουν ακόμα πιο πολύ.
            Σαν να μην έφτανε αυτό, υπάρχει πρόβλημα και στα σχολικά εγχειρίδια, αφού αυτά θα δοθούν με…δόσεις, αραιά και πού. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, χωρίς «εργαλεία» και σταθερό πρόγραμμα τουλάχιστον ως το Νοέμβριο.
            Αν μάλιστα οι «αλχημείες» του υπουργείου με τις θέσεις των εκπαιδευτικών και των ειδικοτήτων (μουσική, θέατρο κλπ)     δεν αποδώσουν (δηλαδή διορισμοί μέσω ΕΣΠΑ), τότε ίσως φέτος να βρεθούμε μπροστά σε μία πρωτόγνωρη κατάσταση, όπου η χρονιά θα τελειώσει με αρκετές ελλείψεις και πολλή γκρίνια.
            Ας μην περιοριζόμαστε όμως μόνο στα προφανή: σίγουρα η έλλειψη υποδομών, εκπαιδευτικών και εγχειριδίων είναι βασική, ωστόσο το εκπαιδευτικό σύστημα, ως καθρέπτης της κοινωνίας έχει προφανές πρόβλημα νοοτροπίας: τα όργανα που στελεχώνουν το μηχανισμό ακόμα κομματοκρατούνται. Άγονται και φέρονται από «δασκαλοπατέρες» που αναλόγως της αλλαγής κυβέρνησης είτε σιωπούν είτε εξεγείρονται κατά το συμφέρον της παράταξής τους και της ψηφολάγνας διάθεσής τους. Οι κρίσεις των διευθυντών και των υπολοίπων στελεχών γίνονται κάτω από συνθήκες καχυποψίας, ακόμα και αν το σύστημα των μορίων δίνει μερικές ελπίδες αξιοκρατίας, ενώ παράλληλα πολλοί εκπαιδευτικοί κρύβονται πίσω από την επιδρομή στο μισθό τους προκειμένου να δικαιολογήσουν την ήσσονα προσπάθεια που καταβάλλουν στην τάξη. Ακολουθούν γονείς και μαθητές που βλέποντας όλα αυτά απαξιώνουν το σύστημα και τους εκπαιδευτικούς, βάζοντάς τους όλους στο ίδιο τσουβάλι. Συνεπώς, ο κύκλος της φθοράς συνεχίζεται: παραπαιδεία, καυγάδες, διαδηλώσεις κ.α.
             Οι εποχές κρίσεων αποτελούν όμως και μεγάλες ευκαιρίες για αλλαγές προς το καλύτερο. Έτσι, αν συνειδητοποιήσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην παιδεία πως ο σκοπός για τον οποίο δουλεύουν είναι ιερός, π.χ  πως το επάγγελμα του εκπαιδευτικού είναι λειτούργημα, πως ο γονέας πρέπει να είναι στην ουσία αρωγός του σχολείου, ακόμα και το υπουργείο να μην κάνει απολύτως τίποτα,  το «κουτσό» Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να κάνει θαύματα: το έχει αποδείξει άλλωστε πολλάκις,  χάρη στη λίγη καλή θέληση του έμψυχου υλικού του.

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

"Θερινά" Α.Ε.Ι και Τ.Ε.Ι

Η κίνηση της υπουργού ήταν αν μη τι άλλο, ευφυέστατη. Μετά από – αρκούντως εκτενή είναι η αλήθεια- διάλογο, ανακοίνωσε μέσα στο καλοκαίρι τις αλλαγές στον τρόπο διοίκησης και λειτουργίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Έτσι, για αντιδράσεις (κυρίως των φοιτητών) ραντεβού το Σεπτέμβριο, οπότε και θα ισχύσει το νέο νομοσχέδιο.
            Εδώ όμως θα πρέπει να επισημάνει κανείς κάποια πράγματα: Καταρχάς, οι αλλαγές στη τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι εμπνευσμένες στην πλειοψηφία τους από τα ξένα μοντέλα διοίκησης τέτοιων ιδρυμάτων. Αυτό  δεν είναι απαραίτητα κακό, εκτός και αν συνεχίζουμε να πιστεύουμε ως Έλληνες πως μόνο εμείς ως τώρα κάναμε το σωστό. Δεύτερον, με την απαξίωση που μαστίζει τα Ελληνικά Ανώτερα και Ανώτατα ιδρύματα, οποιαδήποτε αλλαγή θα είναι προς το καλύτερο, μια και αν κοιτάξει κανείς τα στοιχεία θα φρίξει: 40 ανώτατα ιδρύματα, 40% ανενεργοί φοιτητές, μαύρες τρύπες στα οικονομικά των ιδρυμάτων, παντελής απουσία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, «σκοτεινές» σχέσεις μεταξύ φοιτητών - παρατάξεων, καθηγητών και πρυτάνεων με ανταλλάγματα ψήφους, μαθήματα και βαθμολογικές εξελίξεις, επιτροπές ερευνών χωρίς αντικείμενα με σκοπό το βόλεμα ημετέρων,  άδεια Τ.Ε.Ι που παρακμάζουν σε επαρχιακές πόλεις γιατί έτσι το θέλουν τοπικοί κοτζαμπάσηδες, σχολές που παράγουν εντέλει νέους, άνεργους «πολυτελείας» είτε με πτυχία αμφιβόλου αξίας, είτε με γνώσεις καθομολογουμένως άχρηστες για τις σύγχρονες ανάγκες της αγοράς εργασίας και πολλά άλλα αλγεινά.
            Εν προκειμένω λοιπόν οι τομές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν κάτι παραπάνω από επιτακτικές και κατά πάσα πιθανότητα (για όποιον μελέτησε το νομοσχέδιο) στο σωστό δρόμο. Κυρίως αυτές που έχουν να κάνουν με τη διοίκηση των ιδρυμάτων μάλιστα. Οι δε φωνές αντίδρασης της πλειοψηφίας των πρυτάνεων φαντάζουν στα αυτιά του  κάθε ψιλιασμένου πολίτη τουλάχιστον κωμικές. Γιατί απλά για τόσα χρόνια που το Ελληνικό πανεπιστήμιο καταβαραθρώνεται, οι Πρυτάνεις περιορίζονταν στο να αφήνουν τους αναρχικούς να καίνε την περιουσία του δημοσίου κρυμμένοι πίσω από το παρεξηγημένο θεσμό του ασύλου και τις φωνασκίες της αριστεράς, έχοντας δε παράλληλα ως κύριο αίτημα τους την περαιτέρω -χωρίς έλεγχο- χρηματοδότηση του «μαγαζιού» τους.
            Το μόνο που θα μπορούσε κανείς – ορθά – να αντιτάξει ως επιχείρημα για το νέο εγχείρημα της κυβέρνησης είναι το εξής: πως κανονικά, στα πολιτισμένα κράτη, οι αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν ξεκινούν από «πάνω». Από το νηπιαγωγείο ξεκινούν και «ανεβαίνουν» με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία όλου του οικοδομήματος. Εκεί που φτάσαμε όμως, κάθε προσφορά, έστω και με ένα ψήγμα εκσυγχρονισμού, ευπρόσδεκτο είναι.