Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

Οι πλατφόρμες του ελέους


Είναι αλήθεια πως κανείς δεν το περίμενε. Οι καταστάσεις που ζούμε προσομοιάζουν σε αυτές που έχουμε δει μόνο σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας ή ψυχολογικών θρίλερ.
Ούτε φυσικά το υπουργείο Παιδείας το περίμενε. Οι ψηφιακές τάξεις, οι πλατφόρμες ασύγχρονης και συγχρονισμένης τηλεκπαίδευσης του υπουργείου και του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου αποτελούσαν (σχεδόν) αποκλειστικά πεδίο εξάσκησης για τους υποψηφίους εκπαιδευτικούς στην πιστοποίηση Β’ επιπέδου γνώσης για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στο σχολείο.
Ήρθαν όμως οι τρομερές περιστάσεις  στις οποίες οι πλατφόρμες αυτές, που μάζευαν σκόνη από το 2008 και δώθε, καλούνται αποτελέσουν το μοναδικό – επίσημο – εργαλείο προκειμένου οι μαθητές να κρατήσουν μια στοιχειώδη επαφή με το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς. Μέσα σε τι συνθήκες όμως: με πολλούς εκπαιδευτικούς να έχουν ελλιπείς γνώσεις πάνω στον τομέα αυτό, με μηδενικές υποδομές από πλευράς υπουργείου, με συνδέσεις διαδικτύου εκατέρωθεν ταχύτητας αραμπά και πολλά άλλα εμπόδια.  
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί δάσκαλοι όλων των βαθμίδων, μαθητές, αλλά και γονείς προσπάθησαν να μπουν στο χορό που άνοιξε το υπουργείο προκειμένου να μείνουν όσο μπορέσουν πιο κοντά στους στόχους που δόθηκαν άνωθεν: δημιουργία λογαριασμού στο Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο, ανέβασμα υλικού από τους εκπαιδευτικούς στις ψηφιακές τάξεις κ.α.
Όταν έφτασε όμως το «σύστημα» τις ανοχές του από αριθμό χρηστών, φυσικά κατέρρευσε. Το πότε και αν «πάρει τα πόδια του» είναι άγνωστο, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των ειδικών να αναπνεύσει. Αποτέλεσμα μέχρι τώρα είναι οι ενδιαφερόμενοι όλων των πλευρών να οικτίρουν τους σχεδιασμούς των επαϊόντων που έγιναν στο πόδι, έστω και αναγκαστικά. Άλλωστε είναι γνωστή η πάγια Ελληνική πρακτική της έλλειψης μακρόπνοου σχεδιασμού.
Μέσα σε όλα αυτά, οι ιθύνοντες αρνούνται (τουλάχιστον επισήμως) να δώσουν την «άδεια» με μερικές απλές λέξεις  σε κάποια από τις σελίδες επί σελίδων που στέλνουν, στον κάθε χρήστη εκπαιδευτικό, να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο για να φτάσει στην πόρτα των μαθητών του.
Ως γνωστόν, υπάρχουν αρκετές αξιόπιστες εφαρμογές σύγχρονης και ασύγχρονης τηλεκπαίδευσης «ελεύθερες» , αλλά ακόμα και αυτά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως ένα βαθμό που μπορούν  να αξιοποιηθούν στην εκπαιδευτική διαδικασία. Έτσι μάλιστα ο φόρτος όλων αυτών των ταυτόχρονων χρηστών θα μοιραστεί σε πολλούς εξυπηρετητές. Η δε δικαιολογία περί προσωπικών δεδομένων των μαθητών ή των πνευματικών δικαιωμάτων του υλικού πίσω από την οποία κρύβονται κάποιοι αρνητές,  δεν αντέχει σε κριτική τις ώρες που ζούμε.
Το ζητούμενο εδώ είναι απλά το εφικτό με τον πιο απλό και γρήγορο τρόπο, να μείνουν τα παιδιά κοντά στο δάσκαλό τους και το σχολείο. Σε αυτές τις καταστάσεις που ζούμε, δεν περισσεύει τίποτα και κανείς.



Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2017

Ο παλιός είναι αλλιώς και ο νέος, όχι και τόσο ωραίος (αν σου χαλάει τη ζαχαρένια).

  Τέτοιες μέρες στα δημοτικά σχολεία, γίνεται η διαδικασία κατανομής των τμημάτων. Η διαδικασία - στα περισσότερα σχολεία - είναι απλή: οι έχοντες (και κατέχοντες) τα περισσότερα χρόνια υπηρεσίας, διαλέγουν  το τμήμα που τους ενδιαφέρει κατά σειρά αρχαιότητας. 
    Τα κριτήριά τους φυσικά είναι η τάξη στην οποία έχουν συνηθίσει, το περιεχόμενο (τα παιδιά δηλαδή) να έχουν χαμηλό συντελεστή...ζωηράδας και άλλα πολλά συναφούς είδους, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια απροβλημάτιστη χρονιά.
   Επομένως, στα σχολεία που ήδη διαθέτουν προσωπικό με πολλά χρόνια υπηρεσίας, απομένουν τα "ορφανά" τμήματα που παίρνουν οι νεότεροι δάσκαλοι, χωρίς μάλιστα τις περισσότερες φορές να ερωτηθούν. Το πράγμα χειροτερεύει αν σκεφτεί κανείς, πως καθώς οι υπηρεσίες της διεύθυνσης εκπαίδευσης καθυστερούν να στείλουν δασκάλους στα σχολεία που παρουσιάζουν ελλείψεις, παρατηρείται το γεγονός να έχει γίνει η κατανομή των τμημάτων από τους ήδη τοποθετημένους στο σχολείο και οι νεοτοποθετηθέντες να παίρνουν τα "ορφανά" τμήματα ( τα "κελεπούρια"), ενώ η συναδελφική - τουλάχιστον- δεοντολογία θα επίτασσε από  τον σύλλογο διδασκόντων να περιμένει να τοποθετηθεί όλη η απαραίτητη δύναμη στο σχολείο.
   Τη διαδικασία ήρθε να ταρακουνήσει λίγο η εγκύκλιος του υπουργείου Παιδείας της 31/08/2016 (139808Δ1), που αναφέρει χαρακτηριστικά στην παράγραφο 16 ότι : Ο Σύλλογος Διδασκόντων, με σχετική απόφασή του, καθορίζει τα κριτήρια για την κατανομή τμημάτων και τάξεων, λαμβάνοντας υπόψη τις επιμέρους ιδιαιτερότητες της σχολικής μονάδας. Η υπηρεσιακή κατάσταση των εκπαιδευτικών (π.χ. χρόνια υπηρεσίας, οργανικά τοποθετημένος/-η, αναπληρωτής/-τρια, αποσπασμένος/-η,) δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο για την κατανομή των τμημάτων και των τάξεων ανάμεσα στα μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού. "
       Σε κάποια σχολεία λοιπόν,ορισμένοι "τολμηροί" νέοι συνάδελφοι έθεσαν το θέμα της διαλογικής συζήτησης αντί της επιλογής για την κατανομή των τμημάτων,  για να αντιμετωπίσουν κλιμακωτά από την απλή ενόχληση, έως και την οργή των δεινοσαυρο - συναδέλφων τους, με αντεπιχειρήματα όπως "Και ποια κριτήρια να θέσουμε αν δεν είναι η αρχαιότητα" ή "Εμείς έτσι τα βρήκαμε, τώρα να το δεχτείτε κι εσείς", ενώ δεν έλειψαν και δηλώσεις του τύπου: "Μικρέ, ότι και να κάνεις, εγώ την τρίτη τάξη θα πάρω, ο κόσμος να χαλάσει". 
     Το σχολείο, όπως και πολλοί εργασιακοί χώροι, είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας: στον σύγχρονο Έλληνα, το δίκαιο πρέπει να τηρείται, αρκεί να μη θίγει τα προσωπικά του συμφέροντα ή αλλιώς, όλοι θέλουν τις αλλαγές προς το δημοκρατικότερο ιδίως, αλλά χωρίς να αλλάξουν οι ίδιοι. 
      Οι δε δάσκαλοι - όχι άδικα - χαρακτηρίζονται από μια ιδιαίτερη απέχθεια προς τις αλλαγές παντός τύπου. Και μια τέτοια αλλαγή - βάζοντας π.χ παιδαγωγικά κριτήρια και όχι αρχαιότητας στην κατανομή τμημάτων - είναι γροθιά στο status quo της καλοπέρασής τους. Ένας γνωστός καθηγητής μάλιστα, έχει περιγράψει την "ασθένεια" αυτή ως "οξεία δασκαλίτιδα". 
     Και από αυτή την ασθένεια θα υποφέρουν και οι νεότεροι συνάδελφοι, όταν πια θα έχουν τα "απαιτούμενα" χρόνια, ώστε να κάνουν με τη σειρά τους τα ίδια στους επόμενους. Γιατί μέχρι τώρα, υπέμεναν την αδικία στωικά.

     
     

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

Ακριβή μας, σημαία...

Ο λόγος για το νέο προεδρικό διάταγμα (1/8/17) για τη λειτουργία των Δημοτικών Σχολείων και Νηπιαγωγείων που – ανάμεσα σε άλλες κυρίως ήσσονος σημασίας ρυθμίσεις -  καταργεί την επιλογή σημαιοφόρου στα δημοτικά σχολεία μέσω της βαθμολογίας και την αφήνει στην… τύχη.
Οι σημαιοφόροι της Στ’ τάξης δηλαδή,  θα επιλέγονται με κλήρωση μεταξύ όλων των μαθητών, ανεξαρτήτως βαθμολογίας.
Πολλά ειπώθηκαν ένθεν κακείθεν, κυρίως στα social media,  σχετικά με την απέχθεια των κυβερνώντων στην αριστεία και γενικά για την  προσκόλληση στη μετριότητα: κυριότερο επιχείρημα ήταν ότι η σημαία είναι μια μορφή επιβράβευσης των κόπων ενός μαθητή και ένα ανώτερο κίνητρο για την επίτευξη επιδόσεων στη σχολική τάξη. Όπως και τη δημιουργία άμιλλας μεταξύ των πιο «ικανών» μαθητών.
Από την άλλη πλευρά, κυβέρνηση, υπουργείο και υπερθεματιστές της νέας ρύθμισης υποστηρίζουν πως η κλήρωση «εξαφανίζει» βαθμοθηρικές τάσεις, ενισχύει το παιδαγωγικό κλίμα μέσα στην τάξη και «απαλύνει» τις συγκρούσεις μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων, που σε πολλές περιπτώσεις έχουν δημιουργήσει χάος προκειμένου το βλαστάρι τους να κρατήσει το εθνικό μας σύμβολο…
Όπως σε πολλές υποθέσεις, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση οδό: πράγματι, ορισμένοι μαθητές, είτε από μόνοι τους, είτε πιεζόμενοι από το σπίτι, κάνουν αυτοσκοπό την απόκτηση της σημαίας μέσω των βαθμών, πολλές φορές με την ανοχή του δασκάλου. Άλλοι πάλι, (ίσως οι πιο πολλοί) βλέπουν τη σημαία «ρομαντικά» και το να αφαιρεί το υπουργείο το «τρόπαιο» από το κάδρο, δημιουργεί μια αίσθηση υπερβολικής – ίσως – χαλάρωσης των σχολικών επιδόσεων/ ενδιαφέροντος των μαθητών.
 Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, η ανάθεση του ρόλου του σημαιοφόρου, (που έβγαινε βάσει της βαθμολογίας της Ε’ τάξης), γινόταν και πάλι με κλήρωση μεταξύ των μαθητών που είχαν την υψηλότερη βαθμολογία. Και αυτοί, στην πλειονότητα των σχολείων, ήταν ουκ ολίγοι. Συνήθως δε, οι  μαθητές της Ε’ Δημοτικού που λάμβαναν μέρος στην κλήρωση, ξεπερνούσαν τους 10 σε κάθε τμήμα.
Πως γίνεται αυτό: οι δάσκαλοι των Ε΄ τάξεων , για λόγους που άπτονται σε παιδαγωγικά, κοινωνικά (ή) και προσωπικά κριτήρια, τείνουν να βαθμολογούν τους περισσότερους μαθητές με άριστα. Λίγοι ήταν και είναι οι δάσκαλοι που βαθμολογούν πιο «αυστηρά», με αποτέλεσμα το «ξεκαθάρισμα» των καλύτερων στα μαθήματα. Επομένως, οι περισσότεροι μαθητές λάμβαναν μέρος στην κλήρωση! Έτσι, το αν αυτός που κληρωνόταν ήταν πραγματικά ο άριστος στην τάξη, είναι ένα φλέγον ερώτημα.
Αυτό που φαίνεται πως ενοχλεί στην υπόθεση, είναι η ενδεχόμενη ανάθεση του ρόλου του σημαιοφόρου στον οποιονδήποτε, ακόμα και στο «στουρνάρι» της τάξης ή ακόμα και σε κάποιον μετανάστη, αλλοδαπό κ.λπ. κ.λπ. Το σίγουρο είναι, πως αυτός που θα κρατήσει τη σημαία, θα  πρέπει να το «νοιώθει» και να εκπροσωπήσει το σχολείο με όλη του την καρδιά, σε εκδηλώσεις όπως οι μαθητικές παρελάσεις (οι οποίες επίσης στο σχολικό επίπεδο είναι ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης).  Αυτό όμως αποτελεί  μια άλλη, ακόμα πιο περίπλοκη συζήτηση.

Ίσως τελικά, η επιλογή των σημαιοφόρων θα πρέπει να γίνεται μέσω πολλαπλών κριτηρίων, όταν αποφασίσουν οι ιθύνοντες να πάρουν επιτέλους τα θέματα της παιδείας της χώρας στα σοβαρά. Ωστόσο,  η ανάθεση της σημαίας μακράν απέχει  από τα βασικά θέματα που ταλανίζουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα.